Το ερώτημα δεν είναι αν θα εμφανιστεί μια κρίση μεγαλύτερη από αυτή του 2008, αλλά πότε. |
Όταν η Deutsche Börse, η εταιρεία που διαχειρίζεται το γερμανικό Χρηματιστήριο στη Φρανκφούρτη, αποφάσισε να μεταφέρει την έδρα της στη γειτονική πόλη του Έσμπορν, ο τοπικός Τύπος πλημμύρισε από αγγελίες που ζητούσαν ένα και μόνο πράγμα: Εγκαταστάσεις γραφείων με πανίσχυρα μηχανήματα κλιματισμού στο υπόγειο. Εκεί, τα επενδυτικά γραφεία θα τοποθετούσαν συστοιχίες εκατοντάδων υπολογιστών, οι οποίοι αναλαμβάνουν να προχωρούν αυτόματα σε αγορές και πωλήσεις μετοχών. Οι υπερ-υπολογιστές των σύγχρονων χρηματιστών αναλύουν τις τάσεις των αγορών και λαμβάνουν αποφάσεις σε διάστημα λίγων μιλισεκόντ. Θεωρητικά, οι εταιρείες που διαθέτουν ισχυρότερους υπολογιστές αποκτούν πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων τους, ειδικά σε τομείς όπως η αγορά συναλλάγματος, οι οποίοι έχουν γίνει υπερβολικά σύνθετοι ώστε να μπορεί να τους χειριστεί το ανθρώπινο μυαλό. Για τους συντάκτες του γερμανικού περιοδικού Spiegel, που αυτές τις ημέρες ετοίμαζαν ένα μεγάλο αφιέρωμα για τη συμπλήρωση τριών χρόνων από την κατάρρευση της Lehman Brothers, αυτή η εικόνα των ανεξάρτητων και ανεξέλεγκτων υπερ-υπολογιστών στα χέρια ανήθικων και αχόρταγων χρηματιστών αντικατοπτρίζει τη σημερινή πραγματικότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το ερώτημα, έγραφαν οι Γερμανοί αναλυτές, δεν είναι αν θα εμφανιστεί μια κρίση μεγαλύτερη από αυτή του 2008, αλλά πότε. Πριν από σχεδόν ένα χρόνο, η ανθρωπότητα συνειδητοποίησε με φρίκη ότι η ανεξέλεγκτη δράση του χρηματοπιστωτικού συστήματος θα μπορούσε να προκαλέσει μια παγκόσμια κρίση χωρίς οι μεγαλύτεροι οικονομολόγοι και χρηματιστές του πλανήτη να καταλάβουν τι ακριβώς συνέβη. Στις 6 Μαΐου του 2010 οι τιμές στη Wall Street βυθίστηκαν κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε λίγα λεπτά και στη συνέχεια επανήλθαν στα κανονικά επίπεδα. Για τα δεδομένα των αγορών, αυτό το λεγόμενο «flash crash» ήταν σαν ένα μίνι ατύχημα σε πυρηνικό αντιδραστήρα – με τη διαφορά ότι ακόμη και σήμερα κανένας τεχνικός και κανένας αναλυτής δεν έχει καταλάβει τι ακριβώς συνέβη. Επίσης, στην περίπτωση ενός πυρηνικού ατυχήματος οι Αρχές λαμβάνουν πάντα αυστηρότερα μέτρα ελέγχου και αντικαθιστούν τα εξαρτήματα των αντιδραστήρων που προκαλούν δυσλειτουργίες – το σύστημα, δηλαδή, μαθαίνει από τα λάθη του και βελτιώνεται. Στις διεθνείς αγορές συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Τρία χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, η οποία έφερε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα στα όρια της ολοκληρωτικής κατάρρευσης, όχι μόνο δεν έχουν ληφθεί μέτρα που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την επόμενη κρίση, αλλά εμφανίστηκαν στην αγορά νέοι παίκτες έτοιμοι να εκμεταλλευτούν και την παραμικρή αδυναμία του συστήματος για να κερδοσκοπήσουν. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ο Τζον Πόλσον, επικεφαλής ενός άγνωστου μέχρι πρότινος hedge fund, ο οποίος το 2007 πόνταρε στην κατάρρευση της αγοράς ενυπόθηκων δανείων και κέρδισε 4 δις δολάρια. Σήμερα ο Πόλσον, με το πάτημα ενός πλήκτρου στον υπολογιστή, μπορεί να μεταφέρει 30 δις δολάρια – σχεδόν το διπλάσιο ποσό από αυτό που είχε χρειαστεί ο Τζορτζ Σόρος το 1992 για να επιτεθεί στη βρετανική οικονομία και να πετάξει τη στερλίνα έξω από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών. Την ίδια ώρα, τα περιστατικά «ασωτίας» που χαρακτήριζαν την παγκόσμια οικονομία πριν από την παρ’ ολίγον ολοκληρωτική κατάρρευση επαναλαμβάνονται με μεγαλύτερη ένταση. Η κερδοσκοπία στην αγορά καυσίμων και τροφίμων δείχνει τα όρια της ανηθικότητας των αγορών, όπως ακριβώς συνέβαινε το 2007, ενώ τα στελέχη των κολοσσών του χρηματοπιστωτικού συστήματος είδαν τα μπόνους τους να ξεπερνούν κάθε ιστορικό ρεκόρ. Συγκεκριμένα, για πρώτη φορά φέτος οι είκοσι πέντε μεγαλύτερες αμερικανικές επιχειρήσεις πλήρωσαν περισσότερα χρήματα στους διευθύνοντες σύμβουλους σαν μπόνους απ’ ό,τι έδωσαν στην εφορία. Το κατόρθωμα αυτό, βέβαια, δεν οφείλεται μόνο στην αύξηση των ειδικών επιδομάτων προς τα διευθυντικά στελέχη, αλλά και στις φοροαπαλλαγές που πέτυχαν οι ίδιες εταιρείες – πρωταθλητές σε αυτό τον τομέα αναδείχτηκαν φέτος επιχειρήσεις όπως η Ford, η Coca-Cola, η Verizon, η General Electric και η eBay. Για πρώτη φορά, επίσης, η αναλογία του μισθού ενός διευθύνοντος συμβούλου σε σχέση με το μισθό ενός απλού υπαλλήλου στις ΗΠΑ έφτασε το 1 προς 325. Θα περίμενε κανείς ότι στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν από την κατάρρευση της Lehman Brothers τα κράτη, τα οποία σήκωσαν το βάρος της διάσωσης του συστήματος, θα είχαν νομοθετήσει για τον έλεγχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σπέκουλας. Τίποτα, όμως, δεν απέχει περισσότερο από την πραγματικότητα. Στις ΗΠΑ, ο Μπαράκ Ομπάμα, ο άνθρωπος που έλαβε από τους κολοσσούς της Wall Street τις μεγαλύτερες χορηγίες στην ιστορία για την προεκλογική του εκστρατεία, παρουσίασε ένα νομοθετικό τερατούργημα εκατοντάδων σελίδων. Θεωρητικά, οι νέες ρυθμίσεις θα υποχρέωναν τα hedge fund να καταθέτουν λεπτομερείς πληροφορίες για τις δραστηριότητές τους και θα απαγόρευαν τη χρήση αρκετών σύνθετων χρηματοπιστωτικών προϊόντων μέσω των οποίων οι τράπεζες κερδοσκοπούν στη διεθνή αγορά συναλλάγματος. Στην πραγματικότητα, το νομοθετικό «τούβλο» των 800 σελίδων ήταν τόσο μεγάλο επειδή περιελάμβανε χιλιάδες «τρύπες» – νομοθετικά «παράθυρα» δηλαδή, που σχεδόν φωτογραφικά επέτρεπαν στους μεγάλους παίκτες της αγοράς να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους ακολουθώντας το γνωστό μότο, «business as usual». Οι παροικούντες τη Wall Street χρειάστηκε απλώς να μετονομάσουν τα προϊόντα τους και να δημιουργήσουν μερικές ακόμη εταιρείες-«φαντάσματα», ώστε να συνεχίσουν ανενόχλητοι τον τζόγο στο καζίνο της παγκόσμιας οικονομίας. Όπως, μάλιστα, αποκάλυψε το περιοδικό Rolling Stone, η αμερικανική επιτροπή χρηματαγοράς τούς προσέφερε μια ακόμη εξυπηρέτηση: Στο διάστημα των τελευταίων δύο χρόνων κατέστρεψε τα στοιχεία ερευνών που είχαν πραγματοποιηθεί για τις παράνομες δραστηριότητες των κολοσσών του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τα στοιχεία για εταιρείες, όπως η Goldman Sachs, η AIG, η Lehman Brothers, αλλά ακόμη και για τον έγκλειστο μεγαλοαπατεώνα, Μπέρνι Μάντοφ, διαγράφηκαν από υπολογιστές και τα σχετικά έγγραφα έγιναν χαρτοπολτός. Η επιτροπή απέδειξε με αυτό τον τρόπο ότι ο Ομπάμα, όπως και οι προκάτοχοί του στο Λευκό Οίκο, ξέρουν να προστατεύουν τους ανθρώπους που τους βοήθησαν να αναρριχηθούν στην κορυφή. Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη στην Ευρώπη, όπου οι 165 σελίδες οδηγιών και οι 500 σελίδες κανονισμών, που παρουσίασε η Κομισιόν για τη ρύθμιση της αγοράς κεφαλαίων, ουσιαστικά αφήνουν ανεπηρέαστη τη λειτουργία των hedge fund και των μεγάλων επενδυτικών ομίλων τα οποία διαχειρίζονται κεφάλαια 16 τρις δολαρίων. Φταίει το σύστημα... Το ερώτημα, βέβαια, που επαναλαμβάνεται μονότονα από οικονομολόγους και αναλυτές σε κάθε επέτειο από την κατάρρευση της Lehman Brothers είναι εάν το πρόβλημα θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με αυστηρότερες ρυθμίσεις και την απαγόρευση των σύνθετων χρηματοπιστωτικών προϊό ντων που λειτουργούν σαν εργαλεία κερδοσκοπίας. Προκειμένου να δώσει μια απάντηση, ο οικονομικός αναλυτής και συγγραφέας Λάρι Έλιοτ επιχείρησε, μέσα από τις σελίδες του Guardian, να ακολουθήσει την αντίστροφη πορεία εξετάζοντας όχι τα αίτια, αλλά τις επιπτώσεις της κρίσης. Και το έκανε ορίζοντας πέντε ημερομηνίες-σταθμούς. Η ιστορία του ξεκινά σχεδόν ένα χρόνο πριν από την κατάρρευση της Lehman, στις 9 Αυγούστου του 2007, όταν η BNP Paribas, ο μεγαλύτερος τραπεζικός όμιλος του πλανήτη, ανακοινώνει ότι διακόπτει τη λειτουργία τριών hedge fund που ειδικεύονταν σε αμερικανικά ενυπόθηκα χρέη. Οι μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου αναγκάζονται να αναγνωρίσουν την «ύπαρξη του ελέφαντα στο δωμάτιο» και περιορίζουν τις μεταξύ τους συναλλαγές, καθώς δεν γνωρίζουν ποιος κατέχει τα δεκάδες τρισεκατομμύρια των τοξικών στοιχείων του συστήματος. Στις 15 Σεπτεμβρίου του 2008, τη δεύτερη ημερομηνία-σταθμό της ιστορίας μας, όταν η αμερικανική κυβέρνηση επιτρέπει την κατάρρευση της Lehman Brothers, το πρόβλημα γίνεται αντιληπτό στην πλήρη διάστασή του. Συνειδητοποιώντας ότι στην πραγματικότητα καμία τράπεζα δεν είναι «too big to fail» («πολύ μεγάλη για να την αφήσεις να καταρρεύσει») και υπό τις απειλές των μεγαλύτερων τραπεζών, κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εξαναγκάζονται να ρίξουν κολοσσιαία ποσά των φορολογούμενων για τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος. Για τους περισσότερους οικονομολόγους, και πιθανότατα τους ιστορικούς του μέλλοντος, αυτή είναι η ημερομηνία από την οποία ξεκινά μια νέα φάση του καπιταλιστικού συστήματος. Η επόμενη φάση του δράματος έρχεται στις 2 Απριλίου του 2009, όταν οι ηγέτες του G-20, που συνεδριά ζουν στο Λονδίνο, αποφασίζουν να προσφέρουν στην παγκόσμια οικονομία μια δημοσιονομική ένεση 5 τρις δολαρίων και τη χορήγηση επιπλέον 1,1 τρις στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλους διεθνείς οργανισμούς που υπόσχονται να ενισχύσουν την απασχόληση και να ελέγξουν (βλέπε διασώσουν) τις τράπεζες. Θα περάσει σχεδόν ένας χρόνος έως ότου μια άλλη ημερομηνία έρχεται να καταγράψει το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής. Είναι 9η Μαΐου του 2010, οπότε το ΔΝΤ και η ΕΕ εγκρίνουν το «πακέτο σωτηρίας» των 110 δις για την Ελλάδα. Η χρηματοπιστωτική κρίση, που ξεκίνησε ανεπίσημα με μια ανακοίνωση της BNP Paribas και κλιμακώθηκε με την κατάρρευση της Lehman Brothers, είχε μετατραπεί πλέον σε δημοσιονομική. Η μείωση της φορολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο και οι ενισχύσεις προς τις τράπεζες φέρνουν στο φως τις ανισορροπίες του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και τις εγγενείς αδυναμίες στις οικονομίες όλων ανεξαρτήτως των χωρών της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Η σύντομη ιστορία της καταστροφής ολοκληρώνεται, σύμφωνα πάντα με την κατηγοριοποίηση του Guardian, στις 5 Αυγούστου του 2011, όταν ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s υποβαθμίζει, για πρώτη φορά σε διάστημα εβδομήντα χρόνων, την πιστοληπτική ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών από το AAA στο AA+. Φταίει... το σύστημα Η ιστορία που διηγείται ο Guardian, μέσα από πέντε ημερομηνίες-σταθ μούς, φέρνει στο φως μια πολύ διαφορετική πραγματικότητα από αυτή που επιχείρησαν να περιγράψουν οι συντάκτες του Spiegel. Η κρίση δεν φαίνεται να σχετίζεται πλέον μόνο με τις ανεύθυνες πράξεις μερικών άπληστων χρηματιστών που παίζουν με τις συστοιχίες υπολογιστών τους τζογάροντας τις τύχες ολόκληρων λαών. Το επαναλαμβανόμενο μοτίβο των τριών ή τεσσάρων τελευταίων χρόνων δείχνει μια συστηματική αδυναμία επίτευξης των απαιτούμενων ρυθμών ανάπτυξης, μια συνεχή μεταβίβαση της ζημίας στους φορολογούμενους αλλά και μια πρωτοφανή μετατόπιση του κέντρου της οικονομικής δραστηριότητας από τις οικονομίες της Δύσης στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας. «Ξεκινώντας από την οικονομία», έγραφε πριν από μερικές εβδομάδες ο περίφημος κοινωνικός επιστήμονας Ιμάνουελ Βαλερστέιν, «οι ΗΠΑ βιώνουν μια οικονομική παρακμή... η οποία οδηγεί στην απώλεια ενός οιονεί μονοπωλίου γεωπολιτικής δύναμης, το οποίο κάποτε ασκούσαν». Όπως πολύ σωστά παρατηρούσε πριν από μερικές ημέρες ο αναλυτής Λάρι Έλιοτ, εάν θα έπρεπε να συγκρατήσουμε μια επέτειο για το 2011 δεν είναι η 15η Σεπτεμβρίου και τα τρία χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Brothers, αλλά η συμπλήρωση σαράντα χρόνων από τη στιγμή που οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν τη μετατρεψιμότητα του χρυσού σε δολάριο. Ήταν 15 Αυγούστου του 1971, όταν ο πρόεδρος Νίξον, σε ένα δραματικό τηλεοπτικό διάγγελμα, ενταφίασε ουσιαστικά την παγκόσμια οικονομική αρχιτεκτονική του Μπρέτον Γουντς και μαζί της το όραμα της διαρκούς ανάπτυξης. Για αρκετούς αναλυτές, τέσσερις δεκαετίες αργότερα το νεοφιλελεύθερο εγχείρημα του Ρέιγκαν και της Θάτσερ αλλά και οι ταχυδακτυλουργικές μετατροπές της κρίσης από τους προέδρους της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας δεν έχουν καταφέρει να κρύψουν τα πραγματικά αίτια της κρίσης. Και το ερώτημα, όπως είπαμε, δεν είναι εάν, αλλά πόσο σύντομα θα ζήσουμε την επόμενη φάση της... Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα: 8/09/2011 |
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ
Παλαιότερα ο οικισμός ονομαζόταν Πασσά έως το 1954. Επί βυζαντινής και ενετικής εποχής είχε και την ονομασία "Παλιοπαναγιά", από ένα βυζαντινό ναό, που βρίσκεται μεταξύ του οικισμού και του οικισμού Λόκα. Μετονομάστηκε σε Αγιο Βλάσιο από την ομώνυμη εκκλησία του οικισμού.
Σχετικά με το ιστορικό της ίδρυσης του ναού του Αγίου Βλάση, υπάρχει η παράδοση, ότι κάποιος κάτοικος από άλλο οικισμό ονειρεύτηκε την εικόνα του Αγιου. Ξημερώνοντας έφθασε στο μέρος που ονειρεύτηκε και σκάβοντας ξέθαψε μέσα από θάμνους την εικόνα του Αγίου.
Στη θέση Κόκκα, στην κορυφή του Μαυροβουνίου, έγινε τον Απρίλιο του 1821 η συγκέντρωση των προκρίτων όλων των οικισμών της περιοχής για να αποφασίσουν τον ξεσηκωμό κατά των Τούρκων. Κατ' αυτήν αποφασίστηκε ομόφωνα το ξεσήκωμα κατά των Τούρκων και η άμεση συνεννόηση με τους επαναστάτες της υπόλοιπης Εύβοιας. Έτσι, η συνέλευση έστειλε αγγελιοφόρους να δώσουν γράμμα στον οπλαρχηγό Βρυσακίων Αγγελή Γοβιό, γνωρίζοντάς του την απόφασή τους για τον ξεσηκωμό και ζητώντας βοήθεια για τον αγώνα.
ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ
Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011
Περιμένοντας την επόμενη «Lehman Brothers»
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου